
Ο νεαρός Μάρκος Τερλέτσκι, πρόσφατα απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα και το δικαίωμα να εκπροσωπεί τη χώρας μας σε επίσημες διοργανώσεις. Θα γίνει μάλιστα σύντομα διεθνής, μιας και περιλαμβάνεται μόνιμα στις κλήσεις του Γιάννη Αρβανίτη.
Ο 20χρονος τερματοφύλακας του Ολυμπιακού, γόνος Πολωνών, γεννήθηκε στην Αθήνα κι απέκτησε το ελληνικό διαβατήριο περιμένοντας υπομονετικά να ολοκληρωθούν οι νόμιμες διαδικασίες.
Με αφορμή τη ελληνοποίησή του, το Sports3.gr σάς παρουσιάζει σε ένα μεγάλο αφιέρωμα τους παίκτες που ήρθαν στην Ελλάδα και ντύθηκαν στα γαλανόλευκα ερχόμενοι με διαβατήριο άλλης χώρας όντας ξένοι ή έχοντας ελληνικές ρίζες.
Οι σκαπανείς
Στην πρώτη γενιά των εισαγόμενων διεθνών ανήκει ο Γιώργος Νιντερέγγερ (στη φωτό με το Νο 10), που έπαιξε στον Πανελλήνιο και αργότερα στον Δούκα. Ήρθε με ιταλικό διαβατήριο και καταγωγή από την γερμανόφωνη περιοχή του Σουντ Τιρόλ και πρόλαβε να παίξει σε δύο ματς με τη φανέλα της Εθνικής κόντρα στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Άλλωστε στη δεκαετία του 80’ οι Βαλκανικοί Αγώνες ήταν η μοναδική ευκαιρία για διεθνή παιχνίδια και μάλιστα κόντρα σε παγκόσμιες δυνάμεις όπως η Γιουγκοσλαβία και η Ρουμανία.

Στην ίδια εποχή ανήκει και ο Βαγγέλης Μαντζόπουλος, που είχε σοβιετικό διαβατήριο ερχόμενος από την Τασκένδη, τη σημερινή πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν. Αγωνίστηκε στον Ιωνικό Νέας Φιλαδέλφειας και έκανε κι ένα πέρασμα από τις Σχολές Ξυνή. Διέπρεψε παίζοντας ως δεξιόχειρας σε θέση δεξιού εξτρέμ! Ο γιος του Γιώργος αγωνίζεται σήμερα στον Ιωνικό, όπου ο ίδιος είναι βοηθός προπονητή.
Στην πάλαι ποτέ κραταιά ομάδας της Νέας Φιλαδέλφειας αγωνίστηκαν κι άλλοι δύο ομογενείς: ο εκ Τσεχίας προερχόμενος Κώστας Εμμανουήλ και ο εξ Αρμενίας Αντώνης Καλφαγιάν, θηριώδης για τα δεδομένα της εποχής, ο οποίος μάλιστα ξεκίνησε από την ΑΕΚ, στο πρώτο βραχύβιο τμήμα χάντμπολ της Ένωσης στα τέλη της δεκαετία του ‘70.
Από τη Γιουγκοσλαβία και συγκεκριμένη τη σημερινή Βόρεια Μακεδονία, ήρθε στην Ελλάδα και έπαιξε στην Εθνική ο Χρήστος Γιαννάδης, μετέπειτα μάνατζερ του Δούκα, στον οποίο αγωνίστηκε κι ως παίκτης.
Καριέρα στον Ιωνικό με πρωταθλήματα και συμμετοχές στην Εθνική ομάδα έχει να επιδείξει στο βιογραφικό του και εκ Ρουμανίας ορμώμενος Ντόρου-Νικολάε Πόρουμπ, ο οποίος παρέμεινε ενεργός και μετά τα 35 του χρόνια, δίνοντας το παράδειγμα και βοηθώντας με την εμπειρία του τους νεότερους συμπαίκτες του.
Η γενιά του 2004
Με την Ελλάδα να έχει αναλάβει τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων και λίγο πριν από τα τέλη της περασμένης χιλιετίας, ήρθαν στην Ελλάδα αρκετοί ομογενείς ή ελληνοποιήθηκαν ικανοί ξένοι παίκτες που αγωνιζόντουσαν ήδη στην Α1 και ήταν πρόθυμοι να αλλάξουν υπηκοότητα.
Εκείνη την περίοδο λοιπόν, ήρθε στον Ιωνικό ο Βαγγέλης Βόγλης Σχιελίν από τη Σουηδία. Ανήκε στη γενιά των παικτών που πέτυχαν τις μεγαλύτερες διακρίσεις για το ελληνικό χάντμπολ με την έκτη θέση τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2005 παίζοντας στη θέση του αριστερού εξτρέμ. Έπαιξε και στην ΑΕΚ, ενώ φεύγοντας συνέχισε σε συλλόγους της Ρουμανίας.
Στην ίδια Εθνική έπαιξαν και δύο Σέρβοι που απέκτησαν την ελληνική υπηκοότητα.
Ο πρώτος ήταν ο τερματοφύλακας Γιότσα Γιάνκοβιτς από το Ζέμουν, ο οποίος μάλιστα απέκτησε και το ελληνικό όνομα «Γιάννης Χρυσόπουλος» με το οποίο έκανε καριέρα στον Διομήδη. Στην ομάδα του Άργους επέστρεψε αργότερα ως προπονητής τερματοφυλάκων.
Ο δεύτερος κι ένας από τους σημαντικότερους παίκτες στην ιστορία του ελληνικού χάντμπολ, ήταν ο Σάσα Ζιβούλοβιτς που γεννήθηκε στο Ζάετσαρ και έφτιαξε εξαιρετικό όνομα στην Ελλάδα με τον Δούκα. Όταν σταμάτησε, ακολούθησε την προπονητική με κορυφαία περίοδο τη θητεία του στο γυναικείο χάντμπολ στην ομάδα της Νέα Ιωνίας ως τεχνικός σύμβουλος και ως πρώτος προπονητής. Ο Ζιβούλοβιτς ως παλαίμαχος εκπροσωπεί τη Σερβία σε διοργανώσεις βετεράνων.
Ακόμα μεγαλύτερο ταλέντο φαινόταν να είναι ο γιος του Σάσα, ο Ούρος, αλλά οι απανωτοί σοβαροί τραυματισμοί και η επιλογή του να επικεντρωθεί στις σπουδές του, πάγωσαν την εξέλιξή του.
Ομογενείς και άλλοι
Πριν από τον Ζιβούλοβιτς, στο Δούκα και στην Εθνική έπαιξε ένας άλλος Σέρβος, ο Σίνισα Πρόκιτς, ένα πολύ μεγάλο όνομα της δεκαετίας του ‘90, που πέρασε από τους κορυφαίους ισπανικούς συλλόγους Ατλέτικο Μαδρίτης και Θιουδάδ Ρεάλ. Έπαιξε ακόμα στον Αθηναϊκό και για έναν χρόνο και στον ΠΑΟΚ κι όταν σταμάτησε πέρασε από τους πάγκους των Βριλησσίων και του ΓΣ Παπασιδέρη, ενώ μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες ήταν βοηθός του Νέναντ Κλιάιτς στον Ολυμπιακό. Με τον Κλιάιτς συνυπήρξαν ως παίκτες και στην Εθνική Γιουγκοσλαβίας.Ο Στέλιος Γκασνάκης γεννήθηκε και αγωνίστηκε σε όλη του την αθλητική σταδιοδρομία στην Ελβετία. Έγραψε και συμμετοχές με την Εθνική Ελλάδας δίνοντας λύσεις στη θέση του πίβοτ επί εποχής Ουλφ Σέφερτ την ίδια εποχή με τον Βόγλη.
Μετά την αποχώρηση του Νίκου Γραμματικού και του Σέφερτ, η Εθνική του Κροάτη τεχνικού Γκόραν Πέρκοβατς έψαχνε πλέι μέικερ και τον βρήκε στο πρόσωπο του 33χρονου τότε Γκεόργκι Τούρκια του Πανελληνίου, που μόλις είχε αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα. Ένας παλιάς κοπής παίκτης, γνώστης των βασικών των χάντμπολ, που δεν έκανε, όμως, τη διαφορά.
Οι εν ενεργεία
Από την Κορυτσά της Αλβανίας ήρθαν στην Ελλάδα όντας μικρά παιδιά ο Χρήστο(ς) Τσάτσο(ς) και ο Ράκι Σωτήρης Μαρανγκό(ς).
Ο πρώτος διέπρεψε με τη φανέλα του ΠΑΟΚ πριν μετακομίσει στη Γαλλία. Σήμερα παίζει στο Λουξεμβούργο στην Μπέρχεμ.
Ο Μαρανγκός πρωτοέπαιξε στη ΓΕ Φλώρινας και διακρίθηκε στη θέση του πίβοτ με τη φανέλα του Διομήδη και του ΠΑΟΚ, πριν φύγει κι αυτός για τη Γαλλία και μετά για τη Γερμανία.
Την ίδια περίοδο έπαιξε στην Εθνική και ο Ιωάννης (Χουάν) Μπασμαλής Γκόμεθ, που γεννήθηκε στη Σαραγόσα. Ανακάλυψη του Γιώργου Κρανάκη σε μια μεταβατική για το ελληνικό χάντμπολ περίοδ,ο βοήθησε με την εμπειρία του, αφού είχε θητεία στο ισπανικό και στο γαλλικό πρωτάθλημα. Δεν έπαιξε ποτέ σε ελληνικό σύλλογο.
Το χαμένο λαχείο
Ένας παίκτης που χάθηκε άδοξα για το ελληνικό χάντμπολ, αν και είχε ελληνικές ρίζες και έπαιξε στον Πανελλήνιο επί εποχής Κρανάκη, από τα 17 του μέχρι τα 19, είναι ο Κωνσταντίν(ος) Ιγρόπουλο(ς), που αργότερα έκανε μεγάλη καριέρα σε κορυφαία ευρωπαϊκά κλαμπ (Μπαρτσελόνα, Φίχσε Μπερλίν, Τσεχόβσκι, Μπρεστ). Ο Ιγρόπουλος διάλεξε να εκπροσωπήσει τη γενέτειρά του Ρωσία για να μετέχει σε μεγάλες διοργανώσεις, αλλά στάθηκε άτυχος, αφού πέτυχε την «αρκούδα» στην παρακμή της.
Κανείς δεν έχει ξεχάσει και την αδερφή του Νταϊάνα-Λυδία Ιγροπούλου, Β’ Σταρ Ελλάς το 2009. Η μικρή αδερφή του Κονσταντίν παρέμεινε στην Ελλάδα και ασχολήθηκε με το μόντελινγκ.
Οι δάσκαλοι
Αξίζει να αναφέρουμε και μια σειρά ομογενών προπονητών που συνέβαλαν αποφασιστικά με τις γνώσεις τους και την εμπειρία τους στην ανάπτυξη του χάντμπολ στην Ελλάδα τα πρώτα χρόνια της ιστορίας του.
Πρόκειται για τον πρώτο εθνικό προπονητή, Πασχάλη Γεωργιάδη και τον Γιώργο Χασάπη που ήρθαν στην Ελλάδα από τη Σοβιετική Ένωση, τον Ελληνορουμάνο δάσκαλο Πάνα Λάσκαρη που δυστυχώς έφυγε από τη ζωή το Σεπτέμβριο του 2019, και τον εκ Πολωνίας αειθαλή Χρήστο Γεροδήμο.
πηγή:sports3.gr
